Αγγλικά για παιδιά με ΔΕΠ-Υ, ΔΕΠΥ

Τα παιδιά με ΔΕΠ-Υ , ΔΕΠΥ μπορούν να μάθουν Αγγλικά;

Το σύνδρομο Eλλειματικής Προσοχής – Υπερκινητικότητας (ΔΕΠ-Υ Διαταραχή Ελλειματικής Προσοχής – Υπερκινητικότητας διεθνώς ADHD Attention Deficit Hyperactivity Disorder) συνιστάται από ένα επίμονο σχήμα διάσπασης προσοχής και /ή υπερκινητικότητας και παρορμητικής συμπεριφοράς.

Η συχνότητα της ΔΕΠ-Υ προσδιορίζεται στο 3% – 10% των παιδιών σχολικής ηλικίας και περίπου στο 5% των παιδιών προσχολικής ηλικίας τα συμπτώματα εμμένουν κατά την εφηβική και ενήλικη ζωή στο 50-70%. Τα αγόρια παρουσιάζουν συχνότερα τη διαταραχή από τα κορίτσια (3-4:1).

Χαρακτηριστικά – Διαγνωστικά κριτήρια :

Τα βασικά χαρακτηριστικά στοιχεία που διαμορφώνουν την εικόνα ενός ατόμου με ΔΕΠ-Υ αφορούν τρεις βασικές κατηγορίες:

Δυσκολία στην συγκέντρωση της Προσοχής

· Αποτυχία στο να επικεντρώνει την προσοχή του σε λεπτομέρειες, λάθη απροσεξίας στις σχολικές εργασίες ή άλλες δραστηριότητες με αποτέλεσμα την χαμηλή επίδοση του παιδιού.

· Μοιάζει σαν να μην ακούει όταν του απευθύνεται ο λόγος.

· Δυσκολία να ακολουθήσει μέχρι τέλους τις οδηγίες που του δίνονται και επομένως να ολοκληρώσει σχολική εργασία, δουλειά ή καθήκον σε χώρο εργασίας.

· Έλλειψη οργάνωσης – ανικανότητα να οργανώσει δουλειές , δραστηριότητες.

· Αποφυγή εργασιών που απαιτούν αδιάπτωτη πνευματική εργασία.

· Συχνά χάνει ή/και ξεχνά σημαντικά αντικείμενα, αργεί ή/και χρονοτριβεί συστηματικά, ονειροπολεί.

· Η προσοχή τους διασπάται πολύ εύκολα από εξωτερικά ερεθίσματα.

· Πολύ συχνά ξεχνούν καθημερινές δραστηριότητες.

Υπερκινητικότητα

Η υπερβολική κινητικότητα και η ανησυχία ενός υπερκινητικού παιδιού είναι πολύ διαφορετική από εκείνη ενός ζωηρού παιδιού. Το παιδί με ΔΕΠ-Υ έχει μια ενεργητικότητα που δεν κατευθύνεται σε συγκεκριμένο στόχο και δεν έχει σκοπό.

Έτσι πολλές φορές το παιδί :

· Εμφανίζει μια ανησυχία σε οργανωμένες δραστηριότητες , ακόμη σε καθιστή θέση ή/και στον ύπνο. Συχνά αφήνει την θέση του στην τάξη ή σε άλλες περιπτώσεις που αναμένεται να παραμείνει καθιστό.

· Κινεί νευρικά τα πόδια ή τα χέρια.

· Τρέχει , χοροπηδάει, σκαρφαλώνει με έναν υπερδραστήριο τρόπο ακόμα και σε περιβάλλον που δεν είναι κατάλληλο για τέτοια συμπεριφορά .

· Δυσκολεύεται να παίξει ήσυχα.

· Είναι διαρκώς σε κίνηση.

· Μιλάει υπερβολικά ή διακόπτει συνεχώς την συνομιλία.

· Είναι ανυπόμονο , απαιτητικό, δεν αντέχει τις ματαιώσεις, δυσκολεύεται να σεβαστεί κανόνες και να πειθαρχήσει.

Η υπερκινητικότητα εξαρτάται σαφώς από την συγκεκριμένη κατάσταση, τον τύπο της δραστηριότητας, το ενδιαφέρον του παιδιού για την δραστηριότητα , τον βαθμό της προσοχής του ενήλικα προς το παιδί καθώς και το είδος της σχέσης ενήλικα-παιδιού.

Παρορμητικότητα

Η παρορμητικότητα είναι η αδυναμία του ατόμου να καθυστερήσει μια αντίδραση του παρά τις αρνητικές συνέπειες αυτής. Γενικά το άτομο που διακρίνεται από παρορμητικότητα δεν μαθαίνει εύκολα από τις αρνητικές του εμπειρίες και γι αυτό πολλές φορές αδυνατεί να καταλάβει ότι η συμπεριφορά του είναι επικίνδυνη πρωτίστως για τον ίδιο.

· Στην προσχολική ηλικία το παιδί : αρπάζει τα παιχνίδια από τα άλλα παιδιά, σπρώχνει και χτυπά όταν θυμώνει, ορμά στον δρόμο αφήνοντας το χέρι του γονέα, βάζει χέρια στις πρίζες κ.α

· Στην σχολική ηλικία η παρορμητικότητα παίρνει την μορφή σχολικών δυσκολιών:

ü διακόπτει ή/και δεν περιμένει την σειρά του μέσα στην τάξη την ώρα του μαθήματος

ü απαντά απερίσκεπτα πριν ολοκληρωθεί η ερώτηση

ü καθυστερεί, αναβάλλει και δεν ολοκληρώνει τις εργασίες του , κάτι που συχνά δημιουργεί προβλήματα στην λειτουργία της οικογένειας

ü το γνωστικό προφίλ του χαρακτηρίζεται από : εργασίες γεμάτες λάθη, ακατάστατο γράψιμο, απαντήσεις βιαστικές χωρίς λεπτομέρειες

ü ενοχλεί , διακόπτει , δεν θέλει να χάνει, τσακώνονται συχνά , είναι ριψοκίνδυνο παιδί, επιρρεπή στα ατυχήματα

· Στην εφηβεία : υπάρχει ο κίνδυνος για εναντιωματική συμπεριφορά , χρήση ουσιών αλκοόλ, τροχαία ατυχήματα, δυσκολίες στην διατήρηση των φίλων του λόγω ανάρμοστων σχολίων ή ενεργειών του.

· Στην ενήλικη ζωή : συνειδητοποίηση των δυσκολιών του. Καθυστερεί τις υποχρεώσεις στην εργασία του, διαλύει ένα γάμο χωρίς πολύ σκέψη, αλλάζει δουλειές, ξοδεύει ασυλλόγιστα, χρεώνεται, έχει συχνά τροχαία ατυχήματα, μπορεί να χάσει την αυτοκυριαρχία του ως γονέας και να τιμωρήσει αυστηρά τα παιδιά .

Για να αποτελέσουν διαγνωστικά κριτήρια τα παραπάνω συμπτώματα θα πρέπει να έχουν παρατηρηθεί 6 ή περισσότερα συμπτώματα απροσεξίας ή 6 ή παραπάνω συμπτώματα υπερκινητικότητας – απροσεξίας για πάνω από 6 μήνες.

Εκτός από τα παραπάνω βασικά χαρακτηριστικά της ΔΕΠ-Υ υπάρχουν και άλλες περιοχές λειτουργικότητας που επηρεάζονται.

Τα παιδί με ΔΕΠ-Υ δεν τα καταφέρνει καλά στο σχολείο , έχει μαθησιακές δυσκολίες.

Ωστόσο υπάρχουν προβλήματα και σε άλλες κοινωνικές περιστάσεις : δυσκολεύεται να ενταχθεί σε ομάδα όπως π.χ. στις κατασκηνώσεις, αθλήματα και ομαδικά παιχνίδια γιατί έχει αντίσταση στους κανόνες, δεν μπορεί να

περιμένει την σειρά του , δεν μπορεί να παίξει για όση ώρα επιθυμούν οι άλλοι στην ομάδα. Σαν αποτέλεσμα αναπτύσσει και διατηρεί δύσκολα φιλίες .

Απαιτεί άμεση ικανοποίηση των αναγκών του, δεν μπορεί να περιμένει να επέλθει το αποτέλεσμα, γι αυτό αλλάζει συνεχώς ενδιαφέροντα όπως μουσικά όργανα , αθλήματα κ.α. Σαν αποτέλεσμα μπορεί να αναπτύξει ένα αίσθημα ευαλωτότητας του εαυτού καθώς και απογοήτευση.

Συναισθηματικά το παιδί με ΔΕΠ-Υ χαρακτηρίζεται από ξεσπάσματα θυμού, απότομες αλλαγές στην διάθεση. Επίσης το συναίσθημα του μπορεί να είναι εκρηκτικό, έντονο και να εξαφανίζεται όπως ήρθε.

Πολύ συχνά βιώνει απόρριψη και μπορεί να σχηματίσει αρνητική εικόνα για τον εαυτό του αφού ακούει συνέχεια παρατηρήσεις, συστάσεις και τιμωρείται για την συμπεριφορά του.

Διάγνωση

Η αξιολόγηση του παιδιού με ΔΕΠ-Υ βασίζεται στην κλινική εκτίμηση του παιδιού από τον ειδικό της ψυχικής υγείας, στις πληροφορίες που συλλέγονται από τους γονείς και τους εκπαιδευτικούς, στην άμεση παρατήρηση του παιδιού στο σχολικό περιβάλλον, στην ψυχοεκπαιδευτική εκτίμηση ( εκτίμηση νοητικού δυναμικού και μαθησιακών ικανοτήτων).

Επίσης, αν προκύπτει λόγος μπορεί να χρειαστεί νευρολογική εκτίμηση καθώς και ιατρική εξέταση.

Οι ψυχομετρικες δοκιμασίες και κλίμακες ( συνηθέστερη η κλίμακα του Achenbach) είναι επίσης βασικό εργαλείο στην διάγνωση ενός παιδιού με ΔΕΠ-Υ.

Τέλος, πολύ βοηθητικές κρίνονται οι λογοθεραπευτικές και οι εργοθεραπευτικές αξιολογήσεις.

Αίτια / Παράγοντες

· Κληρονομικότητα – Ενδογενείς παράγοντες

Τα αίτια της ΔΕΠ-Υ είναι κυρίως βιολογικά . Η πιθανότερη εξήγηση φαίνεται να αφορά νευρολογική δυσλειτουργία.

Έχει επίσης παρατηρηθεί γενετική προδιάθεση . Τα προβλήματα διάσπασης προσοχής και υπερκινητικότητας εμφανίζονται συχνότερα σε μέλη της ίδιας οικογένειας (ποσοστό 10%-35% )

· Εξωγενείς παράγοντες

Όσο αφορά τους περιβαλλοντικούς παράγοντες οι τομείς στους οποίους εστιάζονται οι έρευνες είναι οι :

ü Δυναμική της οικογένειας (οικογενειακές σχέσεις, στάση των γονέων, τρόποι ανατροφής, συναισθηματική κάλυψη, επικοινωνία-προβλήματα γονέων )

ü Ψυχολογική οργάνωση του παιδιού (χαρακτηριστικά οργάνωσης και λειτουργικότητας του παιδιού)

ü Κοινωνικοί παράγοντες ( προβλήματα που επηρεάζουν την ανατροφή των παιδιών και την ψυχολογία των γονέων όπως ακραία φτώχεια, κοινωνική απομόνωση κ.α)

Αντιμετώπιση

Η αντιμετώπιση του παιδιού με ΔΕΠ-Υ είναι συνήθως πολυεπίπεδη και περιλαμβάνει προγράμματα θεραπείας της συμπεριφοράς ή/και χορήγηση φαρμακευτικής αγωγής. Η επιλογή της κατάλληλης θεραπευτικής προσέγγισης εξαρτάται από :

· Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του παιδιού (τύπος ΔΕΠ-Υ, ηλικία, ψυχική κατάσταση).

· Το οικογενειακό περιβάλλον (προσωπικότητα και στάσεις γονέων ).

· Το σχολικό πλαίσιο στο οποίο είναι ενταγμένο το παιδί (στάση και γνώσεις εκπαιδευτικού, συνθήκες διδασκαλίας, αριθμός παιδιών ανά τάξη).

Απαραίτητη είναι η συνεχής και μακρά συνεργασία και επικοινωνία γονέων, ειδικών ψυχικής υγείας και εκπαιδευτικών.

Εκπαίδευση : Εκμάθηση της Ξένης Γλώσσας – Αγγλικά – στο υπερκινητικό παιδί

Η διδασκαλία της ξένης γλώσσας στον μαθητή με ΔΕΠ-Υ πρέπει να έχει μια διαφορετική προσέγγιση για να είναι επιτυχής.

Ø Αλλαγή του τρόπου διδασκαλίας

· Επιτρέπουμε στο παιδί την μερική κινητική ανησυχία την ώρα του μαθήματος. Η κίνηση πρέπει να έχει συγκεκριμένο στόχο και σκοπό προς όφελος της μαθησιακής διαδικασίας

· Η εκπαιδευτική συνεδρία είναι όσο το δυνατόν διαφοροποιημένη και επιτρέπει την ευελιξία.

· Παρουσίαση του διδακτικού υλικού με διασκεδαστικές και ευρηματικές παραλλαγές που παρακινούν το ενδιαφέρον των μαθητών.

· Οι καθοδηγήσεις του καθηγητή είναι σύντομες, απλοποιημένες, σαφείς και επαναλαμβάνονται για όσες φορές χρειαστεί ο μαθητής.

· Το παιδί μαθαίνει να αυτο-καθοδηγείται όταν ο καθηγητής το παροτρύνει να επαναλαμβάνει την οδηγία / πληροφορία που του δόθηκε έτσι ώστε να βεβαιωθεί ότι το παιδί έχει κατανοήσει αυτό που του ζητήθηκε .

· Οι στόχοι μπαίνουν αργά, σταδιακά και είναι ρεαλιστικοί έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η επιτυχία και να ενθαρρύνεται η αυτοπεποίθηση του μαθητή.

· Δεν ενθαρρύνουμε την ταχύτητα στις απαντήσεις έτσι ώστε να αποφεύγεται η ενίσχυση της παρορμητικότητας του παιδιού με ΔΕΠ-Υ.

· Κάθε μαθησιακή δραστηριότητα χωρίζεται σε μικρότερες σύντομες ενότητες έτσι ώστε να μειώνεται η πιθανότητα εγκατάλειψης.

· Μικρά διαλείμματα φυσικών δραστηριοτήτων.

· Εναλλαγή «βαρετών» και «ενδιαφερόντων» δραστηριοτήτων.

· Εναλλακτική συμμετοχικής διδασκαλίας. Τα παιδιά με ΔΕΠ-Υ εργάζονται καλύτερα σε δυάδες.

· Κατά την διόρθωση μιας εργασίας η οποία είναι μη αποδεκτή (κακή οργάνωση, άσχημα γράμματα, πολλά λάθη) ο καθηγητής

επικεντρώνεται μόνο σε μια κατηγορία λαθών έως αυτά να εμπεδωθούν από τον μαθητή.

Ø Συνεργασία γονέων – εκπαιδευτικού / ειδικού παιδαγωγού για να επιτύχουμε :

· Σωστή οργάνωση του χώρου και του χρόνου μελέτης .

· Εκμάθηση δεξιοτήτων διαβάσματος.

· Καθοδήγηση των γονέων ώστε να αντιληφθούν τις αδυναμίες αλλά και τα θετικά στοιχεία του παιδιού τους έτσι ώστε να αποφευχθούν οι παρατηρήσεις, οι επιπλήξεις και οι απότομες εκρήξεις /ξεσπάσματα.

· Ενίσχυση της αυτοπεποίθησης του παιδιού μέσα από τον έπαινο, το ενδιαφέρον και την ενθάρρυνση.

· Συναισθηματική σταθερότητα –δημιουργία θετικών διαπροσωπικών σχέσεων

Τα παιδιά με ΔΕΠ-Υ , ΔΕΠΥ μπορούν να μάθουν Αγγλικά όταν διδαχθούν από ειδικούς παιδαγωγούς – καθηγητές που ακολουθούν μια διαφορετική προσέγγιση στην διδασκαλία και αντιλαμβάνονται τις ιδιαιτερότητες των μαθητών τους.